Σκέψεις σχετικά με την Σύγχρονη Αγιογραφία

Σύγχρονη Αγιογραφία

Σύντομη αναφορά στην Σύγχρονη Αγιογραφία

Μπαίνοντας σε ένα Ναό παρατηρούμε γύρω μας με κάποια αμηχανία ίσως, τον περιβάλλοντα χώρο, τις εικόνες, τις τοιχογραφίες, την εσωτερική αρχιτεκτονική του ναού... Κατανο­ούμε όμως αυτά που βλέπουμε;
Έχουμε αναρωτηθεί τί ακριβώς είναι αυτά που βλέπουμε γύρω μας; Γιατί αυτές οι εικόνες άραγε είναι ζωγραφισμένες με τη συγκεκριμένη τεχνοτροπία; Γιατί είναι τοποθετημένες με τον συγκεκριμένο τρόπο, με τη συγκεκριμένη “σειρά”; Γιατί διαφέρουν τόσο πολύ από την οικεία, κοσμική, νατουραλιστική ζωγραφική;

Οι αγιογραφικές παραστάσεις στους ναούς, φυσικά, εξυπηρετούν πρώτα απ' όλα λατρευτικούς σκοπούς, δεν παύουν όμως να αποτελούν εικαστικές δημιουργίες, πολλές από αυτές υψίστης καλλιτεχνικής αξίας.

Θα περιγράψουμε με σύντομο και περιεκτικό τρόπο τις δύο βασικές φάσεις από τις οποίες πέρασε η νεοελληνική βυζαντινή τέχνη για να καταλήξει σ' αυτό που βλέπουμε σήμερα στις εκκλησίες μας.

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), είχε ως συνέπεια την απώλεια του σημαντικότερου καλλιτεχνικού κέντρου που αποτελούσε τη ζωοδότρα πηγή της βυζαντινής τέχνης για πολλούς αιώνες. Από την άλλη, η επαφή των Ελλήνων, κυρίως Κρητών και Επτανησίων με τη δύση, οδήγησε στην αναπόφευκτη επίδραση από την τέχνη της ιταλικής Αναγέννησης. Υιοθετείται η ελαιογραφία, ο βυζαντινός τρόπος απόδοσης των μορφών απορρίπτεται και εισάγεται η δυτικότροπη νατουραλιστική τεχνοτροπία. Το πνεύμα του κινήματος των Ναζαρινών της δύσης είχε πια διεισδύσει στην Ελλάδα. Έχουμε πλέον μια ζωγραφική ξενόφερτη που ακολουθεί τα πρότυπα της ευρωπαϊκής εκκλησιαστικής ζωγραφικής. Στόχος των Ναζαρινών δεν είναι η ρήξη με την βυζαντινή εικονογραφία αλλά η βελτίωση της «επί το φυσικότερον».

Με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους σπουδαίοι ναοί άρχισαν να αναγείρονται σε όλη την επικράτεια. Έχοντας σαν κτήτο­ρες κυρίως τους δήμους και τις ενορίες, ξεκινάει η διακόσμησή τους από αξιόλογους ζωγράφους, οι οποίοι όμως, έχουν αποστασι­οποιηθεί από την βυζαντινή και μεταβυζαντινή παράδοση της εικονογραφίας.

Έναν αιώνα αργότερα -την δεκαετία του 1930- οι συνθήκες είναι πλέον κατάλληλες για την μεγάλη «στροφή». Διανοούμενοι και καλλιτέχνες έχοντας πρόσβαση πλέον στην δεξαμενή της επιστημονικής γνώσης αλλά και την ικανότητα μεθοδικής μελέτης και προσέγγισης των πηγών, ανακαλύπτουν την παρεξηγημένη και άγνωστη μέχρι τότε βυζαντινή παράδοση. Κατανοούν την ανάγκη επανασύνδεσης και κατανόησης των αυθεντικών πηγών της πολιτισμικής παράδοσης, γεγονός που οδηγεί στην αντίληψη της ελληνικότητας ως συνέχεια στη μακραίωνη πολιτισμική παράδοση των Ελλήνων.

Θα σταθώ σε δυο ονόματα σκαπανείς της νέας αυτής φά­σης της νεοελληνικής εκκλησιαστικής ζωγραφικής.
Τον Δημήτρη Πελεκάση και τον Φώτη Κόντογλου.
Δύο διαφορετικοί χαρακτήρες: πιο διστακτικός ο πρώτος, πιο ορμητικός αλλά και απόλυτος ο δεύτερος.

Πελεκάσης και Κόντογλου επαναφέρουν στις ελληνικές Εκκλησίες τις αξίες της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής. Η σημαντικότητα της απλότητας, η λιτότητα των μέσων προσέγγισε το μνημειακό στοιχείο της βυζαντινής τέχνης μέσα από την πνευματικότητα, αφαιρώντας το εντυπωσιακό εφέ. Ήταν μία αναγνώριση της διττής αξίας της βυζαντινής τέχνης της λειτουργικής - θεολογικής και της αισθητικής αξίας της.

Η βαθειά μελέτη και λεπτομερής γνώση της παράδοσης μπορεί να οδηγήσει στην εξέλιξή της και την δημιουργία νέων αισθητικών δεδομένων. Οι Εκκλησίες μας πέρα από λατρευτικοί χώροι είναι έργα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας όταν η ανέγερση και η διακόσμησή τους γίνεται με αγωνία, γνώση και μεράκι. Eίναι πέρα για πέρα σημαντικότατα μνημεία και αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους.

Μιλώντας ως αγιογράφος δε μπορώ παρά να είμαι ευτυχής γιατί τα έργα μου βρίσκουν ένα μόνιμο «εκθετήριο» που δεν είναι άλλο από τους τοίχους του εκάστοτε Iερού Nαού τον οποίο και θέλω να πιστεύω ότι κοσμεί. Αυτή άλλωστε είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση για τον καλλιτέχνη – αγιογράφο, δηλαδή η μόνιμη επικοινωνία με τον θεατή - πιστό μέσα από το πνευματικό πάντρεμα που προσφέρει η σύζευξη τέχνης και λειτουργικότητας της εκκλησιαστικής ζωγραφικής.

Προς επίρρωση των ανωτέρω χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου “Εκφρασις” του Φώτη Κοντογλου
Η ευλογημένη τούτη επιστροφή της δύσεως εις τας πηγάς του βυζαντίου και της τέχνης του, είμεθα βέβαιοι ότι θα βοηθήσει και τι­νάς από τους δικούς μας σοφούς και καλλιτέχνες όπου θαμβώνονται και περιμένουν τα παντα από την δύσιν και δε παίρνουν από την αστείρευτον πηγήν της ελληνικής μας παραδόσεως φως και πνευματικό κάλλος κι εμορφιά όπου τόσον επιθυμεί ο καλός λαός μας δια να χορτάσει την πείνα και την δίψαν του”.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. "Απο τους Ναζαρηνούς στον Φ.Κοντογλου"
    της Ιωάννας Στούφη – Πουλημένου, εκδ. Αρμός.
  2. "Εκφρασις" του Φ. Κοντογλου, εκδ.Παπαδημητρίου.